Η θυλακίτιδα του ωλεκράνου, οφείλεται στη φλεγμονή του ορογόνου θυλάκου της άρθρωσης του αγκώνα. Διακρίνεται στην οξεία και τη χρόνια μορφή, οι οποίες όμως έχουν παρόμοια εξέλιξη.
Οξεία θυλακίτιδα του ωλεκράνου μπορεί να προκληθεί από τοπικό τραυματισμό. Αθλητές σε αθλήματα επαφής μπορούν να παρουσιάσουν φλεγμονή του ορογόνου θυλάκου μετά από άμεση πλήξη ή θλαστικό τραύμα της περιοχής.
Άλλες αιτίες της θυλακίτιδας του ωλεκράνου μπορεί να είναι η ουρική αρθρίτιδα, η ρευματοειδής αρθρίτιδα καθώς και άλλες αυτοάνοσες παθήσεις.
Σπανιότερα μπορεί να προκληθεί άμεση λοίμωξη από κάποιο μικρόβιο.
Η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με υπερηχογράφημα του αγκώνα. Σπάνια απαιτείται μαγνητική τομογραφία.
Στη διαφοροδιάγνωση της πάθησης εμπίπτουν οι ρευματικές παθήσεις, το λίπωμα ή το λιποσάρκωμα της περιοχής.
Η παγοθεραπεία στα αρχικά στάδια της οξείας φάσης μπορεί να ανακουφίσει τα συμπτώματα. Απαγορεύεται η άμεση επαφή του πάγου με το δέρμα της περιοχής. Η λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για περιορισμένο χρονικό διάστημα οδηγεί σε μείωση της φλεγμονής. Σε περίπτωση ισχυρής υποψίας για λοίμωξη από μικρόβιο χορηγείται και αντιβιοτική αγωγή.
Όταν τα συντηρητικά μέσα θεραπείας δεν οδηγούν σε ύφεση της θυλακίτιδας, τότε έχει ένδειξη η χειρουργική θεραπεία.
Κατά την χειρουργική επέμβαση, μέσω μίας μικρής τομής γίνεται αφαίρεση του ορογόνου θυλάκου, ενώ σε περίπτωση λοίμωξης γίνεται και χειρουργικός καθαρισμός. Ο αγκώνας διατηρείται σε ηρεμία για 3-5 μέρες και κατόπιν κινητοποιείται βαθμιαία μέχρι την αφαίρεση των ραμμάτων.
Η μετεγχειρητική πορεία είναι εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων ομαλή και τα ποσοστά υποτροπής εξαιρετικά χαμηλά.